Τετάρτη 6 Μαρτίου 2019

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Ακροβατώντας μεταξύ εσθέτ και περιθωρίου

      Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, υπήρξε μια σημαντική ποιητική φιγούρα για τον 20ου αιώνα στην Αθήνα, περιστοιχιζόμενος ενδεχομένως απ'αυτό που ονομάστηκε Πνεύμα Παρακμής της σχολής του συμβολισμού. Και γράφω φιγούρα επειδή η ζωή του αποτελεί παραπάνω μια θύμηση ενός λογοτεχνικού χαρακτήρα ο οποίος προέρχεται από τον ρεαλισμό της καθημερινότητας.
     Ο Λαπαθιώτης έφτασε στη ζωή, από μια αστική οικογένεια με μεγάλα οράματα για εκείνον, πέρασε τη ζωή του στη σφαίρα της ηδονής και της (ερωτικής και μη) απογοήτευσης. Ένας "Αθηναίος Ντόριαν Γκρέι"* Το τέλος της ζωής του, μία λογοτεχνική αυτοχειρία. Ο Λαπαθιώτης πέθανε εκεί όπου έζησε την ενήλικη ζωή του, στη γειτονιά των Εξαρχείων αντιμέτωπος με το προσωπικό του τέλμα, και έχοντας μόνη του έγνοια την διαφύλαξη των χειρόγραφων και της βιβλιοθήκης του.
    Παρότι κληρονόμησε το όνομα "Ναπολέων", με την οικογένεια του να θέλει να συνδέσει το νήμα της ιστορίας από την μία "εξέχουσα" προσωπικότητα στην άλλη, ο ίδιος επέλεξε άλλο δρόμο, αφότου πρώτα υπήρξε κομμάτι των γαλλόφιλων κύκλων με βενιζελικά αισθήματα.
Υπήρξε αντισυμβατικός, φέροντας τα μικρόβια κοινωνικής στάσης που σήμαιναν τον αφορισμό του από την Αθήνα του μεσοπολέμου.
   Ο Λαπαθιώτης ήταν ομοφυλόφιλος, υμνητής των αισθήσεων και της ζωής του περιθωρίου και προς το τέλος της ζωής του είχε ασπαστεί κομμουνιστικές ιδέες και φερόταν να έχει μετέπειτα συνδέσεις με τους αντάρτες του εφεδρικού ΕΛΑΣ της περιοχής των Εξαρχείων.
    Παρότι η επίσημη κατάταξη του σε αριστερό περιοδικό της εποχής του 1932(Οι Πρωτοπόροι) ήρθε στην ώριμη φάση του, ο ίδιος από πολύ νωρίς έβρισκε τους λογοτεχνικούς τους ήρωες σε ανθρώπους της εργατικής τάξης και σε υπάρξεις καταραμένες. Προσπάθησε μέσα από το έργο του, και την ζωή του, να αποδομήσει την υποκρισία της αστικής τάξης, τον καθωσπρεπισμό μιας ζωής γραμμικής, ορισμένης στα στενά όρια μιας εξουσίας την οποία δεν αναγνώριζε. Κατά μία έννοια, έπραξε τα λόγια του Καβάφη:

Μη πιστεύεις ότι καμία υποχρέωσις σε δένει. Το χρέος σου είναι να ενδίδεις, να ενδίδεις πάντοτε εις τας Επιθυμίας, που είναι τα τελειότατα πλάσματα των τελείων θεών.

  Ο θάνατος, ίσως και με την συμβολική του διάσταση, είναι πάντοτε εκεί ως σφραγίδα για την τραγικότητα των ηρώων του. Όπως ήταν και για τη δική του ζωή ως κομμάτι μιας ακόμα συνειδητής επιλογής απέναντι στις συνέπειες μιας κενής καθημερινότητας.
    Με αυτόν τον τρόπο, ίσως μπορούμε να κοιτάξουμε -μέσω του φακού μιας ετεροχρονισμένης σε σχέση με τις συνθήκες ζωής του 20ου αιώνα- την ψυχοσύνθεση του ποιητή, η οποία μέσω των συγκρούσεων ανάμεσα στο τι ήθελε να είναι ο ποιητής και στο τι υπήρξε, μπορούμε να κατανοήσουμε και το έργο του. Σίγουρα η καθαρότητα του λόγου του, η απόγνωση στις εσωτερικές εικόνες που δημιουργεί μπορούν να τον τοποθετήσουν στους "απαισιόδοξους ποιητές". Η απαισιοδοξία ωστόσο, έχει παραπάνω ένα νιτσεικό άρωμα και μία αναστροφή του περιεχόμενου της  προς μία ιδιόμορφη απόλυτη αισιοδοξία. Δηλαδή, ο Λαπαθιώτης δεν μπορούμε να πούμε πως γράφει απαισιόδοξα, καθώς δεν μπορούμε να πούμε πως μια απεικόνιση της ζωής με όρους τραγικούς αποτελεί αλλοίωση της πραγματικότητας, αλλά το αντίθετο. Αναγνωρίζοντας και σχολιάζοντας τις ρίζες του οικοδομήματος φτάνεις ένα βήμα κοντύτερα στο να μπορείς να το μεταβάλεις. Αυτό μπορεί να αφορά έναν χαρακτήρα-εργάτη που τρελαίνεται από την εργασιακή σχέση, ή ένα ποίημα για ένα γράμμα γύρω από την ματαιότητα του έρωτα, την μοναξιά και το ανικανοποίητο.

Ο Λαπαθιώτης δεν πρωτοστάτησε σε πολιτικά κινήματα, δεν έγραψε πάμπολλα μανιφέστα ή προκηρύξεις για το πως ν'αλλάξουμε τη ζωή. Περιορίστηκε στο να αφήσει την ζωή να τον καταβάλει, να ζήσει ιδεαλιστικά, μέσω της τέχνης και του αισθησιασμού της, γεγονός το οποίο αποδείκτηκε η συνέπεια και ο τελικός τρόμος του ποιητή, μιας που ζωή δεν είναι γεμάτη αρώματα, ασύδωτες πράξεις και απόλυτες ηδονές. Παραπάνω είναι κούραση, εκμετάλλευση και πόνος, αποξένωση.

"Και η ζωή μου εξακολουθεί. Ομολογώ πως είμαι κουρασμένος, λυπημένος, απογοητευμένος, όχι πως είχα πλάσει πολλά όνειρα που μου τα σκόρπισε ή που μου τα διέψευσε: ήμουν πάντα συντηρητικός, κι οι χίμαιρές μου περιορισμένες. Ούτε είχα και ποτέ φιλοδοξίες, που δεν κατόρθωσα να ικανοποιήσω. Δεν είχα ίσως καν φιλοδοξίες. Δεν ζητούσα παρά την γαλήνη, την ήρεμη ζωή, το στοχασμό. Κι αυτά, μπορώ σχεδόν να πω πως τα κατόρθωσα. Και είμαι βέβαιος πως κάποιοι καλοί άνθρωποι, αναμετρώντας έτσι τη ζωή μου, θα είχαν ίσως την ανόητη αφέλεια να με πιστεύουν για πολύ ευτυχισμένο, και για "προνομιούχο" της -ποιος ξέρει- Έτσι φαίνονται τα πράγματα απ'έξω. Κι όμως, εγώ είμαι κουρασμένος. Κι η ζωή μου εξακολουθεί..."

απόσπασμα από το "Η ζωή μου. Απόπειρα συνοπτικής αυτοβιογραφίας", Λαπολέων Λαπαθιώτης,2009.


* Βλέπε Κώστας Στεργίοπουλος: Περιδιαβάζοντας, τόμος Α', εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1982


 Σκίτσο του Λαπαθιώτη από το αρχείο του.


Ο Αθηναίος Ντόριαν