Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

Σημείωμα

Στο σημείο που με φίλησες, φύτρωσε μια παπαρούνα κόκκινη
πνιγμένη στο αίμα.
Θάνατος μύρισε, και η στιγμή ήταν ασήκωτη

Όταν σε είδα,
Ουρές αποδημητικών πουλιών
επέστρεψαν στην πατρίδα τους.

Ήταν απόγευμα όταν έφυγες ξανά,
Η πόρτα έκλεισε ήσυχα,
σχεδόν διακριτικά.

Σε γύρεψα στην άκρη του παραθύρου,
Έσκυψα πάνω στα κάγκελα,
Σαν να κρεμόμουν από τον ουρανό

Σε είδα να περπατάς αμέριμνος,
μόνος
σαν βασιλιάς.

Το πρόσωπο σου ήταν σαν λεπίδα ψυχρό
Το περπάτημα σου 
βρωμούσε περηφάνια και ιδρώτα.

Την επόμενη επέστρεψες ξανά
ώστε να σχολιάσεις 
την ποιότητα του εδάφους

Και πάλι σαν να γνώριζες
κρατώντας τη γη στις παλάμες σου
πως ήμουν ένα τίποτα

Μην κλαις μου είπες
μα τα δάκρυα μου ήταν ό,τι μου απέμεινε,
ασπίδες προστασίας

Δεν κλαίω σου απάντησα,
Μα να λιγάκι βαριανασαίνω
μέσα στην βροχή της ψυχής μας

Εντάξει μου είπες,
Έκλεισες ξανά την πόρτα,
Και κάπως έτσι, σκούπισες το χώμα από τα παπούτσια


και απομακρύνθηκες
πέρα από το νεκροταφείο
μακριά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

πες τα